Η αντίληψη είναι η βασική κατάσταση συνείδησης που εκφράζει τη θηλυκή αρχή. Η συνείδηση γίνεται δεκτική και εύπλαστη. Δέχεται τις επιρροές του περιβάλλοντος και τις αναγνωρίζει. Χρειάζεται εσωτερική σιωπή, ώστε να μπορεί να δεχτεί, να ακούσει. Στην κατάσταση αυτή, οι επιρροές του περιβάλλοντος, ως δονήσεις που μεταφέρουν πληροφορίες, δονούν το νευρικό σύστημα και μέσω αυτού μεταδίδονται στο δεξί ημισφαίριο του εγκεφάλου. Από αυτό μεταφράζονται στο αριστερό ημισφαίριο, όπου γίνονται λέξεις, σκέψεις, εικόνες και όνειρα με πλοκή.
Στην κατάσταση της αντίληψης, το άτομο μπορεί επίσης να ασχολείται μόνο με τον εσωτερικό του κόσμο και όχι με τις επιρροές του περιβάλλοντος. Βάζοντας την προσοχή στο βάθος του εαυτού, η συνείδηση δέχεται ό,τι προβάλλει από τις αισθήσεις, από τα συναισθήματα ή από τις σκέψεις. Μέσα από την έκφραση του βάθους του εαυτού, όταν εκτονωθούν οι επιρροές από σχετικά πρόσφατα γεγονότα, που είχαν μείνει ως εγκλωβισμένες εντυπώσεις σε σημεία του σώματος, τότε η συνείδηση, διαθέτοντας τον απαιτούμενο χώρο, μπορεί να στραφεί στις ονειρικές εικόνες που προβάλλουν από τον εσωτερικό εαυτό και να θυμηθεί εμπειρίες, σαν μνήμες, που ανακαλούνται και αγγίζουν βαθιά τον εαυτό στο είναι του. Συνηθίζουν να λέγονται μνήμες από προηγούμενες ζωές.
Ο βασικός διαλογισμός για την κατάσταση της αντίληψης είναι θεραπευτικός και δημιουργεί χώρο. Είναι μια βαθιά διαδικασία. Η βασική τεχνική διδάσκεται σε ένα μάθημα και στη συνέχεια γίνονται όσες πρακτικές απαιτούνται για να επέλθει η θεραπεία και να γίνει έμπρακτα κατανοητή η κατάσταση. Αρχικά, το άτομο μαθαίνει κάποιες αναπνοές, οι οποίες προκαλούν την κατάλληλη χημεία στον εγκέφαλο για να προσεγγιστεί η κατάσταση της αντίληψης. Μετά συνεχίζει με την κατάλληλη εστίαση της προσοχής. Προφανώς το άτομο πρέπει να εξασκηθεί και μόνο του. Επειδή η διαδικασία είναι αρκετά βαθιά, για κάποιους είναι αρκετό να καταλάβουν πώς μπαίνουν στην κατάσταση της αντίληψης κατά βούληση, χωρίς να επιθυμούν να την εξασκήσουν σε μεγαλύτερο βάθος.
Πρόκειται για μια χρήσιμη εμπειρία, γιατί καταλαβαίνει το άτομο βιωματικά τις εσωτερικές ενέργειες του εαυτού, ξεκινάει να τις ελέγχει και να τις διαχειρίζεται, ενώ κατανοεί τον τρόπο που η αναπνοή συνδέεται με την αντίληψη. Έχοντας τη βασική αυτή εμπειρία, μπορεί να συνεχίσει στις υπόλοιπες καταστάσεις συνείδησης και στη συνέχεια στα πειράματα που αντιστοιχούν σε αυτή, που είναι τα διαισθητικά πειράματα.